Δευτέρα 6 Ιουλίου 2009

Η αυτοκτονία των μύθων της ποπ και της ροκ μουσικής

του ΣΑΚΗ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

Αυτοκαταστροφικές πορείες, αμφεταμίνες και ναρκωτικά, ποτάμια αλκοόλ, ζωή στα άκρα, ο ξαφνικός θάνατος και η λατρεία των οπαδών που αποκτά διαστάσεις θρησκευτικής υστερίας..


Ελβις Πρίσλεϊ, Τζίμι Χέντριξ, Τζιμ Μόρισον, Τζάνις Τζόπλιν, Κερτ Κομπέιν και τώρα Μάικλ Τζάκσον. Εξι ήρωες μιας κουλτούρας που σφραγίζει την ποπ και τη ροκ μουσική της εποχής μας και που δεν είναι άλλη από την κουλτούρα της αυτοκαταστροφής. Μύθοι που καίγονται, αυτοπυρπολημένοι, για να τροφοδοτήσουν με τις θεαματικές τους «εξόδους» τη θεολογία του ποπ ειδώλου. Στο φόντο η ταινία του Νίκολας Ρέι «Επαναστάτης χωρίς αιτία», του 1955, στην οποία ο εκτυφλωτικά νέος ήρωας Τζέιμς Ντιν ενσαρκώνει το αξίωμα: «Ζήσε γρήγορα, πέθανε νέος»...

Ο βασιλιάς Ελβις

Είναι ίσως η μόνη περίπτωση με την οποία μπορεί να συγκριθεί άμεσα ο Μάικλ Τζάκσον. Δεν είναι τυχαίο το προσωνύμιο «βασιλιάς» και για τους δύο τραγουδιστές. Ελάχιστα φαντάζομαι είναι αυτά που δεν έχουν ειπωθεί για τον Πρίσλεϊ, αν και μέσα στα 32 χρόνια που έχουν περάσει από τον θάνατό του εκατοντάδες ιστορίες, πολλές από αυτές φανταστικές, έχουν δει το φως της δημοσιότητας. Ο Πρίσλεϊ είχε την ευλογία-κατάρα να είναι ο πρώτος πραγματικά μεγάλος ροκ σταρ. Μπορεί ο Σινάτρα να είχε ήδη στο ενεργητικό του αρκετή επιτυχία, αλλά οι υστερίες, οι μιμήσεις και όλα τα φαινόμενα που εδραίωσαν το ροκ σταρ σίστεμ γεννήθηκαν με αυτόν. Η επιτυχία τεράστια από την αρχή, με μια αλυσίδα Νο 1 τραγουδιών που ξεκίνησε με το περίφημο «Ηeartbreak Ηotel». Στα αρχεία του FΒΙ αναφέρεται ως «απόλυτος κίνδυνος για την ασφάλεια των ΗΠΑ». Οι χορευτικές κινήσεις που τόσο λατρεύτηκαν από το κοινό θεωρούνταν προκλητικές για τη νεολαία και πως περιείχαν στοιχεία αυτοερωτισμού και διάθεση σύγχυσης των δύο φύλων. Οι πωλήσεις ταυτόχρονα εκτοξεύονταν στα ύψη- υπολογίζεται ότι ως σήμερα έχει πουλήσει πάνω από ένα δισεκατομμύριο δίσκους. Η παραμονή στην κορυφή όμως δεν διαρκεί για πάντα και μια οι αποτυχημένες ταινίες του, μια η αλλαγή στο μουσικό τοπίο με την εμφάνιση των Μπιτλς και των Ρόλινγκ Στόουνς, ο Πρίσλεϊ έβλεπε τον θρόνο του να ταλαντεύεται. Στρατός, διαζύγιο με την Πρισίλα, comeback άλλοτε επιτυχημένα και άλλοτε λιγότερο επιτυχημένα, συνθέτουν την εικόνα των τελευταίων χρόνων. Μετατρέπεται σε έναν υπέρβαρο κιτς τροβαδούρο που με τα χαβανέζικα ή σέβεντις κοστούμια του προσπαθεί να στρέψει πάνω του τα φώτα της δημοσιότητας. Παράλληλα με την κακή διατροφή συνδυάζει και τη συνταγογραφημένη ή όχι χρήση φαρμάκων που τον μετατρέπουν σε ένα ερείπιο που με το ζόρι καταφέρνει να σταθεί στα πόδια του στην τελευταία περιοδεία του το 1977, ακυρώνοντας τη μια συναυλία και αδυνατώντας να τραγουδήσει στην άλλη. Πέθανε στην Γκρέισλαντ από καρδιακή προσβολή, σε ηλικία 42 ετών, όμως το σώμα του είχε ήδη μετατραπεί σε ένα πολυφαρμακείο όπου βασίλευαν οι αμφεταμίνες και οι δεξτροαμφεταμίνες.

Ο απόλυτος κιθαρίστας

Ισως ο μεγαλύτερος κιθαρίστας όλων των εποχών και σίγουρα μια από τις προσωπικότητες της σύγχρονης μουσικής με τη μεγαλύτερη επιρροή σε πολύ ευρύ φάσμα της μουσικής, ξεκινώντας από τη ροκ και καταλήγοντας στην τζαζ. Στα τέσσερα χρόνια που διήρκεσε η καριέρα του, εφηύρε νέες τεχνικές για τη στερεοφωνική ηχογράφηση στο στούντιο και βεβαίως έφτασε την τεχνική της κιθάρας στα ύψη με τη χρήση στο μέγιστο των ενισχυτών, αλλά και των παραμορφωτών. Η εικόνα του ως ροκ συμβόλου εδραιώθηκε μέσα από τις συγκλονιστικές εμφανίσεις του στα Φεστιβάλ του Μόντερεϊ, Γούντστοκ και της νήσου Γουάιτ. Η σχέση του με τα ναρκωτικά διαρκής και οι συλλήψεις του επεισοδιακές, όπως εκείνη στο αεροδρόμιο του Τορόντο τον Μάιο του 1969 για κατοχή μεγάλης ποσότητας ηρωίνης και χασίς.

Τις πρώτες πρωινές ώρες της 18ης Σεπτεμβρίου του 1970 ο Χέντριξ βρέθηκε νεκρός στο Λονδίνο από αιτίες που μέχρι και σήμερα μένουν αδιευκρίνιστες. Το προηγούμενο βράδυ το είχε περάσει σε ένα πάρτι και στη συνέχεια τον πήγε στο σπίτι της ο τελευταίος του έρωτας, η γερμανίδα ζωγράφος Μόνικα Ντάνεμαν,στο Νότινγκ Χιλ. Σύμφωνα με την ιατροδικαστική εξέταση, πέθανε λίγο αργότερα από ασφυξία λόγω της αναρρόφησης που έπαθε έχοντας πιει μεγάλες ποσότητες κόκκινου κρασιού. Η Ντάνεμαν είχε δηλώσει επίσης ότι κάποιος της είχε κλέψει τα υπνωτικά χάπια που είχε στην τσάντα της και ότι ο Χέντριξ ήταν ζωντανός όταν τον μετέφερε στο σπίτι της για να κοιμηθεί. Η Αστυνομία όμως και το ασθενοφόρο λένε στις αναφορές τους ότι δεν ήταν κανένας στο σπίτι όταν έφτασαν και πως ο Χέντριξ ήταν ντυμένος. Ο φίλος τουΕρικ Μπάρντον έσπευσε πάλι να δηλώσει πως επρόκειτο για αυτοκτονία.

Το λευκό κορίτσι με τη μαύρη φωνή
Η Τζάνις Τζόπλιν θα παραμείνει για πάντα το πρότυπο της ροκ τραγουδίστριας και δεν είναι τυχαίο που όλοι συγκρίνουν την πορεία τής Εϊμι Γουάινχαουζ με τη δική της. Ο Μπι Μπι Κινγκ την είχε περιγράψει ως «το θλιμμένο κορίτσι με τη χρυσή καρδιά και την αγγελική φωνή». Η Τζόπλιν ήταν μοναδική όχι μόνο γιατί είχε την πιο εκφραστική μαύρη φωνή που ακούσαμε ποτέ από λευκή τραγουδίστρια, αλλά και γιατί ήταν η πρώτη που παρουσίασε τη γυναίκα ροκ σταρ ως ανεξάρτη το θηλυκό που μπορεί να βγει μπροστά στην αρένα τής τότε ανδροκρατούμενης ροκ σκηνής, μακριά από το μοντέλο της γατούλας που λάνσαραν οι περισσότερες τραγουδίστριες ως τη δεκαετία του 1960. Η αυτοκαταστροφή όμως ήταν το άλλο στοιχείο που τη χαρακτήριζε. Η εξάρτησή της από την ηρωίνη ξεκίνησε το 1969 και είναι γνωστό ότι ξόδευε 200 δολάρια την ημέρα προκειμένου να προμηθευτεί τη δόση της. Με το ζόρι κατάφεραν να την κρατήσουν καθαρή στην ηχογράφηση του πρώτου σόλο άλμπουμ της «Ι Got Dem Οl΄ Κozmic Βlues Αgain Μama!», όχι όμως και στις ζωντανές εμφανίσεις που ακολούθησαν, όπως το Γούντστοκ όπου εμφανίστηκε στη σκηνή έχοντας μόλις πάρει τη δόση της, συνδυάζοντάς τη με αρκετό αλκοόλ. Και σίγουρα δεν κατάφεραν να τη σταματήσουν από τη μοιραία δόση της 4ης Οκτωβρίου του 1970, όταν μάταια την περίμεναν στο στούντιο για την ολοκλήρωση του δεύτερου άλμπουμ της «Ρearl». Ο υπεύθυνος των συναυλιών της Τζον Κρουκ τη βρήκε στο Landmark Μotor Ηotel, όπου διέμενε από τον Αύγουστο, νεκρή, έχοντας πάρει υπερβολική δόση. Ηταν μόνο 27 ετών!

Ο ποιητής του ροκ
Ο άλλος βασιλιάς, ο «βασιλιάς σαύρα», ήταν το απόλυτο αυτοκαταστροφικό σύμβολο της ροκ μουσικής. Με το συγκρότημά του, τους Doors, έγραψαν ένα ξεχωριστό κεφάλαιο, αφού η μουσική τους δεν καταχωρίζεται σε κάποιο συγκεκριμένο χώρο, με αυτή την τόσο επιτυχημένη μείξη μπλουζ, ροκ και καμπαρέ- και κυρίως λόγω των στίχων του Μόρισον που θα αποτελούν αλφαβητάρι για όσους κάνουν τα πρώτα βήματά τους στον θαυμαστό ροκ κόσμο, όσα χρόνια και αν περάσουν. Ο ποιητής της ροκ είχε ιστορικό όσον αφορά την επιθετική του συμπεριφορά προς τις Αρχές, με συλλήψεις για χρήση ναρκωτικών και προσβολή της δημοσίας αιδούς για την επίδειξη των γεννητικών οργάνων του επί σκηνής. Επιθετικός ήταν και στη στιχουργική του, αλλά πολύ ευαίσθητος για όσους τον ήξεραν από κοντά, προτίμησε στο απόγειο της καριέρας των Doors, το 1971, να παρατήσει τα πάντα και να ζήσει στο Παρίσι, όπου περνούσε τη μέρα του παρατηρώντας την αρχιτεκτονική της πόλης που λάτρευε ή ηχογραφώντας με μουσικούς του δρόμου. Είχε πια παχύνει αρκετά και είχε αφήσει μακριά γένια δημιουργώντας μια εικόνα εντελώς διαφορετική από εκείνη του σεξ συμβόλου των τελών της δεκαετίας του 1960. Στις 3 Ιουλίου της ίδιας χρονιάς βρέθηκε νεκρός στο μπάνιο του από τη γυναίκα με την οποία είχε σταθερή σχέση σε ολόκληρη σχεδόν την ενήλικη ζωή του, τηνΠάμελα Κούρζον.Επειδή δεν βρέθηκαν στοιχεία εγκληματικής ενέργειας, σύμφωνα με το γαλλικό Δίκαιο δεν ήταν απαραίτητη η νεκροτομή. Ως αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης, μέσα στα χρόνια που ακολούθησαν δόθηκαν δεκάδες διαφορετικές ερμηνείες για τον θάνατό του, με πιο διαδεδομένες εκείνες πε ρί εισπνοής ηρωίνης από τη μύτη αντί κοκαΐνης και του εγκεφαλικού. Βεβαίως, πολλοί από τους χιλιάδες που συρρέουν στο μνήμα του στο Παρίσι κάθε χρόνο πιστεύουν ότι δεν έχει πεθάνει και πως αυτό ήταν ένα τρικ για να αποφύγει διά παντός τη δημοσιότητα και να αλλάξει ταυτότητα.

Η αναβίωση του παλιού εφιάλτη
Ο θάνατος τουΚερτ Κομπέιντο 1994 φάνηκε στην αρχή σαν μια μακάβρια φάρσα. Σαν ένα κακόγουστο αστείο από το παρελθόν που ήλθε να προστεθεί στην αλυσίδα των ροκ σταρ που δεν άντεξαν το βαρύ φορτίο που έφεραν στους ώμους τους. Ο Κομπέιν με τους Νirvana, αν εξετάσουμε την προσφορά τους από μουσικολογικής πλευράς, συνέθεσαν τρία εξαιρετικά άλμπουμ, αλλά μέχρι εκεί. Αυτό που τους διαφοροποίησε ήταν ότι κατάφεραν με το στιλ που λάνσαραν και τους στίχους του Κομπέιν να δώσουν στίγμα σε μια ολόκληρη γενιά, πείτε τη Generation Χ ή όπως αλλιώς θέλετε, ο Κομπέιν να γίνει ο εκπρόσωπός της, και κυρίως να επαναφέρουν στο ροκ τη χαμένη αίγλη του, την οποία έχασε στην ιλουστρασιόν δεκαετία του 1980. Ηταν εκείνοι που επανέφεραν και πάλι την ελπίδα σε μια γενιά λέγοντάς τους ότι είναι αυτοί που μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα και πως το ροκ δεν χρειάζεται τίποτε περισσότερο από μια κιθάρα, ένα μπάσο, ντραμς και μια φωνή και πως στις συναυλίες αρκούσε να καταθέσεις την ψυχή σου και μόνο χωρίς την ανάγκη εντυπωσιακών σόου. Καταπιεσμένος από αυτό το βαρύ φορτίο, εξαρτημένος από τις ναρκωτικές ουσίες, έχοντας ξεκινήσει από 13 ετών με μαριχουάνα και στην πορεία έχοντας δοκιμάσει σχεδόν τα πάντα, και έχοντας στο πλάι του μια ακόμη πιο αυτοκαταστροφική προσωπικότητα όπως είναι ηΚόρτνι Λαβ, ο Κομπέιν θέλησε να ξεφύγει από όλα αυτά, να αφοσιωθεί στη μουσική του και για λίγο φάνηκε ότι θα τα κατάφερνε. Στις 8 Απριλίου η σορός του βρέθηκε στο σπίτι του στη λίμνη Ουάσιγκτον από έναν ηλεκτρολόγο που πήγε εκεί προκειμένου να επισκευάσει τα συστήματα ασφαλείας. Εκτός από το ελάχιστο αίμα που κυλούσε από αφτί του δεν φαινόταν κάποιο τραύμα και ο ηλεκτρολόγος πίστεψε ότι απλώς ήταν πεσμένος, αλλά όταν πλησίασε είδε το πιστόλι δίπλα από το μάγουλό του. Παραπέρα υπήρχε ένα ιδιόχειρο σημείωμα που έγραφε:«Δεν έχω νιώσει τη διέγερση που μου προκαλούσε το να ακούω και να δημιουργώ μουσική,μαζί με το πραγματικό γράψιμο...,εδώ και πάρα πολλά χρόνια» . Σύμφωνα με τον ιατροδικαστή ο Κομπέιν ήταν νεκρός τουλάχιστον τρεις ημέρες προτού βρεθεί και είχε πάρει πριν πεθάνει μια μεγάλη ποσότητα ηρωίνης και χαπιών Βάλιουμ. Ηταν μόνο 27 ετών και αυτός και το τραγούδι του «Smells Like Τeen Spirit» έγινε ο ύμνος για μια ολόκληρη γενιά.

Το κλαμπ των 27ρηδων

Οι περιπτώσεις των Χέντριξ, Τζόπλιν, Τζιμ Μόρισον, αλλά και του ιδρυτικού μέλους των Ρόλινγκ ΣτόουνςΜπράιαν Τζόουνς έχουν ενταχθεί εδώ και χρόνια στο ανεπίσημο κλαμπ εκείνων που έχουν πεθάνει στην ηλικία των 27 ετών. Το ενδιαφέρον με τους παραπάνω είναι ότι πέθαναν με μικρή χρονική διαφορά ο ένας από τον άλλο, με εξαίρεση το νεοφερμένο μέλος, τον Κερτ Κομπέιν. Στο βιβλίο «Ηeavier Τhan Ηeaven» η αδελφή του αρχηγού των Νirvana αναφέρει πως ο Κομπέιν έλεγε συχνά ότι ήθελε να γίνει μέλος στο «Κλαμπ των 27ρηδων». Λέγεται μάλιστα ότι βρέθηκε, στα τέσσερα από τα πέντε μέλη του κλαμπ, εκτός του Κομπέιν δηλαδή, και ένα λευκός αναπτήρας πάνω τους όταν πέθαναν.

ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου